Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου γιορτάζει την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας και σας προσκαλεί στα εγκαίνια της εκθεσιακής δράσης «Διάλογοι για την ισότητα των φύλων» την Τετάρτη 6 Μαρτίου 2024 στις 19:00, στην αίθουσα των μινωικών τοιχογραφιών. Τη δράση θα εγκαινιάσει η Υπουργός Πολιτισμού Δρ Λίνα Μενδώνη.
Η εκδήλωση πραγματοποιείται με την υποστήριξη της Περιφέρειας Κρήτης.
Στις 8 Μαρτίου κάθε έτους σε όλα τα μέρη του κόσμου μια πρόσκληση ανοιχτή συμπυκνώνει τη θεματολογία της ισότητας των φύλων. Μας προσκαλεί να προβληματιστούμε, να αναλογιστούμε, να συζητήσουμε για ένα θέμα διαχρονικά επίκαιρο που αφορά το ανάρμοστο και το δυσοίωνο των διακρίσεων και τους μηχανισμούς που γεννούν την έλλειψη ανοχής.
Με ποιον τρόπο θα μπορούσαμε να ανιχνεύσουμε τις σχέσεις των φύλων σε μια άλλη εποχή, με άλλα δεδομένα και άλλες κοινωνικές συνδηλώσεις;
Η παρούσα εκθεσιακή δράση, που εγκαινιάζει τον κύκλο «Διάλογοι», φέρνει σε συνομιλία δύο εκφράσεις του θηλυκού και του αρσενικού στην τέχνη της Κρήτης. Η σχετική πρόκληση επιχειρείται με την παρουσίαση, για πρώτη φορά στο Μουσείο, δύο μαρμάρινων αγαλματιδίων της ελληνορωμαϊκής περιόδου (2ος αι. μ.Χ.) και την αντιπαραβολή τους με τις επιτοίχιες ζωγραφικές απεικονίσεις, αριστουργήματα της ακμής του μινωικού κόσμου (16ος – 15ος αι. π.Χ.). Η πολιτισμική αντίθεση προφανής. Εδώ βρίσκεται η πρόκληση της Αντίστιξης, που μας καλεί να δοκιμάσουμε ένα διαφορετικό βλέμμα, μέσα από έναν κύκλο θεματικών ξεναγήσεων που θα πραγματοποιηθούν τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2024.
Ας δούμε τις τοιχογραφίες της Εποχής του Χαλκού ως μία εικαστική παρέμβαση, ένα επιτοίχιο ζωγραφικό έργο που επικαλείται και υποδεικνύει τη θέση των φύλων στο κοινωνικό πλαίσιο της εποχής. Ας δούμε τη γλυπτική έκφραση των ώριμων ιστορικών χρόνων ως μία εκθαμβωτική παρουσίαση των όγκων και μορφών των θεών που εκπροσωπούν όψεις του ανθρώπινου φύλου και υπαινίσσεται στιγμές της μετεφηβείας των κοριτσιών και των αγοριών – ασύμβατα αλλά και απόλυτα συμβατά θέλγητρα μιας διαφορετικής νιότης. Ας δούμε όλα τα παραπάνω με τα μάτια των δημιουργών που αποτυπώνουν την οπτική της κοινωνίας τους.
Γιατί το Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου προσφέρεται για την εξερεύνηση της απεικόνισης της ανθρώπινης μορφής, ως ανοικτό παράθυρο θέασης των αρχαίων κοινωνιών της Κρήτης. Στο βάθος του ορίζοντα ανακαλύπτουμε πόσο παγκόσμια και πόσο επίκαιρη είναι η συμπόρευση των φύλων και πόσο αυτονόητη για τη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ
Κλεάνθης Σιδηρόπουλος – Δημήτρης Σφακιανάκης
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ – ΒΙΝΤΕΟ
Δευκαλίωνας Μανιδάκης
ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ
Νίκος Κριτσωτάκης
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΕΚΘΕΜΑΤΩΝ
Γιώργος Μαράκης
ΤΕΧΝΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ
Νίκος Κουτουλάκης – Δημήτρης Αποστολάκης
ΓΕΝΙΚΟΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ
Στέλλα Χρυσουλάκη – Ειρήνη Νικολακοπούλου
ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΚΡΗΤΗΣ
ΚΥΚΛΟΣ ΞΕΝΑΓΗΣΕΩΝ
Εγκαίνια την Τετάρτη 6 Μαρτίου, στις 19:00
Σάββατο 9 Μαρτίου, 12:00
Στέλλα Χρυσουλάκη – Κλεάνθης Σιδηρόπουλος
Σάββατο 30 Μαρτίου, 12:00
Γεωργία Φλούδα – Μαρία Κυρίμη
Σάββατο 13 Απριλίου, 12:00
Δημήτρης Σφακιανάκης
Σάββατο 27 Απριλίου, 12:00
Ειρήνη Γαλλή – Δημήτρης Μυλωνάς
Ακέφαλος κορμός αγαλματιδίου Αφροδίτης στον τύπο της σανδαλίζουσας.
Αρ. ευρ. ΑΜΗ Γ291.
Προέλευση: “Λιμήν Αγ. Νικολάου, εξήχθη υπό της βυθοκόρου” περίπου το 1930
Υλικό: λεπτόκοκκο μάρμαρο. Σωζ. ύψος: 026 μ.
Κατάσταση διατήρησης: ελλιπής ως προς μεγάλο μέρος των άκρων, διαβρωμένες επιφάνειες.
Το γλυπτό αναπαράγει σε μικρή κλίμακα τον γνωστό από περισσότερα των 200 παραδείγματα σε διάφορα υλικά, μεγέθη και ποιότητες αγαλματικό τύπο της Αφροδίτης που ετοιμάζεται για το μπάνιο της βγάζοντας το σανδάλι από το αριστερό της πόδι.
Ανήκει στον ευρύτερο εικονογραφικό κύκλο του “Λουτρού της Αφροδίτης” και αν θέλαμε να αποκαταστήσουμε τη διηγηματική σειρά θα προηγούνταν ο τύπος της πραξιτελικής Κνιδίας Αφροδίτης, όπου η θεά απεικονίζεται να βγάζει το ιμάτιό της, η σανδαλίζουσα έπεται, ακολουθεί η ανακαθισμένη Αφροδίτη λεγόμενη του Δοιδάλσα και τέλος η αναδυομένη στις διάφορες παραλλαγές της. Παραδείγματά τους εκτίθενται στην αίθουσα 27 του ΑΜΗ.
Το χάλκινο πρότυπο της σανδαλίζουσας ανάγεται γύρω στα 200 π.Χ. και γνωστά αντίγραφά του από την Κρήτη εντοπίστηκαν ως τώρα στην Απτέρα, στην Κνωσό και στην Ελεύθερνα. Το τελευταίο, πρωιμότερο και ανώτερο ποιοτικά, λαξεύτηκε σε κλίμακα σχεδόν διπλάσια των υπολοίπων.
Το παρουσιαζόμενο παράδειγμα είναι άγνωστο στη βιβλιογραφία και όχι μόνο εντάσσει την Καμάρα στις γνωστές θέσεις εύρεσης του τύπου αλλά προσθέτει ένα καλής ποιότητας γλυπτό, διακοσμητικό αναμφίβολα, σε κάποια αστική έπαυλη της πόλης του 1ου αι. μ.Χ.
Παρά τις θραυσματικές ελλείψεις του το γλυπτό διατηρεί βασικά χαρακτηριστικά και κυρίως τη ζωντάνια και την κίνηση της αποδιδόμενης θεάς που ισορροπώντας στο στάσιμο δεξί της πόδι σκύβει προς τα μπροστά για να αφαιρέσει με το ομόλογο απλωμένο χέρι της το σανδάλι από το ανασηκωμένο της αριστερό πόδι, συστρέφοντας και εκθέτοντας στον θεατή το γυμνό και σφριγηλό της πανωκόρμι καθώς προς τα αριστερά με το ξεχωριστά δουλεμένο απλωμένο αριστερό της χέρι στηρίζονταν σε κάποια συμπληρωματική μορφή, συνήθως έναν μικρό Πάνα. Το σημείο απόσπασης στον αριστερό μηρό υποδεικνύει την πρόσφυση του κιονίσκου όπου βρίσκονταν ακουμπισμένο το ένδυμα της θεάς. Ο λαιμός της προδίδει την στροφή της χαμένης κεφαλής προς τα δεξιά, προς τη μεριά από όπου υποτίθεται ότι ακούει η θεά να έρχεται ο θόρυβος κάποιου βέβηλου θνητού. Προσεκτική ανάγνωση λοιπόν του σωζόμενου κορμού, δεν προσφέρει μόνο την απόλαυση ενός απρόσμενα μοντέρνου γλυπτού, αλλά επιτρέπει και την πλήρη αναγνώριση του εικονογραφικού τύπου.
Μαλακές μεταβάσεις των όγκων, περιληπτική απόδοση των ανατομικών λεπτομερειών, ραδινότητα στις συνολικές αναλογίες αναδύουν έντονα μια νεανική θηλυκότητα που απέχει αρκετά από το ώριμο γυναικείο κορμί με τους τονισμένους γλουτούς και την κοιλιά της ελευθέρνειας Αφροδίτης σανδαλίζουσας.
Προτείνεται λοιπόν μια χρονολόγηση πιο μακριά από τα χρόνια του προτύπου, στον πρώιμο 1ο αι. μ.Χ. και εξαιτίας του μεγέθους η χρήση του ως μέρος διακοσμητικού συμπλέγματος σε αστικό, οικιακό περιβάλλον.
Ακέφαλο αγαλματίδιο Απόλλωνα κιθαρωδού.
Αρ. ευρ. ΑΜΗ Γ292.
Προέλευση: Κνωσός, θέση Ελληνικά. Δωρεά του αντιστρατήγου Ιωάν. Αλεξάκη.
Υλικό: λεπτόκοκκο μάρμαρο. Σωζ. ύψος: 045 μ.
Κατάσταση διατήρησης: ελλιπής ως προς μεγάλο μέρος των άκρων, ιζηματογενείς επικαθήσεις στο πίσω μέρος, διάσπαρτες αποκρούσεις και φθορές στην όψη, ειδικά στα γεννητικά όργανα.
Ο αγαλματικός τύπος του γυμνού θεού αποτελεί μια άγνωστη παραλλαγή του σπάνιου έτσι κι αλλιώς Απόλλωνα κιθαρωδού, η οποία ανάγεται επίσης σε ελληνιστικό πρότυπο, κυρίως εξαιτίας της κινημένης απόδοσης και της γυμνότητας.
Αποδίδεται σ’ ένα έντονο κοντραπόστο με στάσιμο το δεξί και προβαλλόμενο το αριστερό πόδι του, με αντίρροπες κινήσεις των χεριών με το δεξί που κρατούσε το πλήκτρο κατεβασμένο και λυγισμένο αναμφίβολα, ενώ στο αριστερό έφερε ψηλά κιθάρα με τον ασυνήθιστο αιωρούμενο ιμάντα να τη συγκρατεί. Σε συνδυασμό με τη στροφή της κεφαλής προς τα δεξιά όπως αυτή προδίδεται από την ανταπόκριση στο λοιπό σώμα, συντίθεται μια ιδιαίτερα κινημένη σκηνή στην οποία συμμετέχει ενεργά ο απεικονιζόμενος, σίγουρα και σε σύνδεση με τη μορφή (σάτυρος;) που στέκονταν ακριβώς δίπλα του. Η μυολογία λαξεύεται συνειδητά ως ακόμα αδιαμόρφωτη και το σώμα μάλλον αγύμναστο στα όρια της εφηβείας, ενώ χαρακτηριστικοί είναι και οι δύο ιδιόρρυθμοι μεμονωμένοι πλόκαμοι, οι μόνοι που επεξεργάστηκαν με λεπτομέρεια από τη σωζόμενη κόμμωσή του, επειδή θα ήταν ορατοί.
Σώζει στο ύψος των γλουτών τμήματα από συμφυή στοιχεία, στον δεξιό μοιάζει με τμήμα λειασμένου ανθρώπινου σώματος και στο αριστερό ενός στηρίγματος (δέντρο ή κιονίσκος).
Η πλημμελής λείανση με εμφανέστατα τα σημάδια του εργαλείου, η αδρομερής επεξεργασία των ανατομικών λεπτομερειών και κυρίως της κόμμωσης στο πίσω μέρος του γλυπτού βεβαιώνουν πως πρόκειται για τέχνεργο με προορισμό να έχει εμφανή την κύρια όψη του, είτε γιατί ήταν τοποθετημένο σε οικοδομική κόγχη είτε γιατί -πιθανότερα- αποτελούσε το βασικό διακοσμητικό στοιχείο τραπεζοφόρου.
Η ποιότητα εκτέλεσης του γλυπτού κρίνεται ως εξαιρετική εξαιτίας της πρωτοτυπίας, της έντονης φυγόκεντρης κίνησης που εκφράζει και της άριστης μεταφοράς των ανατομικών χαρακτηριστικών, ώστε μια χρονολόγησή του στον πρώιμο 1ο αι. μ.Χ. δεν θα θεωρούνταν παράταιρη. Εντούτοις η έντονη λείανση της επιδερμίδας, όπου σώθηκε, η ραδινότητα των αναλογιών και κυρίως η χρήση του ως μέρος τραπεζοφόρου μας οδηγεί ασφαλέστερα στο διάστημα 125-150 μ.Χ. Η γένεση και η δημοτικότητα του αγαλματικού τύπου θεωρείται ότι σχετίζεται με την ίδια τη Ρώμη των χρόνων του Αυγούστου, έτσι ώστε το αγαλματίδιο να μας υπενθυμίζει τον έντονο εκ καταγωγής ρωμαϊκό χαρακτήρα της Colonia Julia Nobilis Cnossus.
Σε κάθε περίπτωση αποτελεί ένα άγνωστο ως τα τώρα στη βιβλιογραφία γλυπτό διακοσμητικού χαρακτήρα, πρωτότυπη μετάπλαση σπάνιου τύπου, ακόμα σημαντικότερου εξαιτίας της σύνθεσης με τη χαμένη δυστυχώς συμπληρωματική μορφή στο πλάι του.
Κλεάνθης Σιδηρόπουλος
αρχαιολόγος-νομισματολόγος ΑΜΗ
Εδώ, στη ρωγμή του χρόνου…
Σε μία ρωγμή του φθοροποιού χρόνου, αναδύονται αποσπασματικά ανθρώπινα σώματα του παρελθόντος. Γυμνά, ντυμένα, τα θραύσματα του ανθρώπινου σώματος ξυπνούν το ενδιαφέρον, την προσοχή ή την επιθυμία, όχι τόσο για το ορατό και το δηλωμένο, όσο για το άδηλο…
Η χαραμάδα, από όπου καταβάλλεται προσπάθεια να ιδωθούν τα σώματα, είναι στενή. Τόσο στενή ώστε πολλές φορές υπάρχει έντονη η αίσθηση της απατηλής αντίληψης των εικονιζόμενων σωμάτων. Η αποσπασματικότητα όμως επιτείνει την επιθυμία και εντείνει την προσοχή. Θα μπορούσε, ίσως, να είναι μια μορφή ηδονικού κοιτάγματος των ανθρώπινων σωμάτων μέσα από τη φθαρμένη κλειδαρότρυπα των αιώνων και τις επιθυμίες του παρόντος.
Κνωσός: η «Μεγάλη Πομπή» των ανθρώπινων σωμάτων
Στη στενή λωρίδα της ρωγμής, στην αχλή και το ημίφως του χαμένου χρόνου, διακρίνονται τα ξυπόλυτα, ερυθρόχρωμα, άκρα των ποδιών – τα πέλματα, ενός πυκνού πλήθους ανθρώπων, που κατευθύνονται από τα δεξιά και από τα αριστερά, προς μία μορφή με λευκόχρωμα πόδια. Πολλοί ηλιοκαμένοι άνδρες, λοιπόν, κατευθύνονται προς μια γυναικεία μορφή, με έναν πανομοιότυπο βηματισμό – θα έλεγε κανείς, με ένα τελετουργικό βηματισμό, σχεδόν με ένα σύρσιμο των γυμνών πελμάτων πάνω στις λείες πλάκες του διαδρόμου, που αν υπάρξει η κατάλληλη σιωπή, θα ακουστεί…
Τα πόδια που αποκαλύπτονται, όσο είναι δυνατό να διακριθούν από τη στενοκοπιά, έχουν γύρω από τους αστραγάλους ένα κυματιστό βραχιόλι – ένα περισφύριο, πιθανόν ασημένιο, αν κρίνουμε από το λαμπρό κυανό χρώμα του. Μάλλον το κόσμημα και όχι το δέρμα του ποδιού είναι που εξάπτει ακόμα περισσότερο τη φαντασία στη διαδικασία αναγνώρισης του άδηλου των σωμάτων. Πρόκειται για ένα κόσμημα που δείχνει τη σχέση μεταξύ των μορφών αυτών μέσα σε ένα κοινό χώρο στον οποίο ζουν την καθημερινότητά τους; Μήπως μέσα στο ανάκτορο, στους τοίχους του οποίου ζωγραφίστηκαν αυτές οι μορφές, για να κάνουν την επανεμφάνισή τους, αποσπασματικά μέσα από τη βασανιστική αυτή χαραμάδα του χρόνου;
Μια ξαφνική αναλαμπή επιτρέπει την απρόοπτη θέαση ολόκληρων των ποδιών και το κάτω τμήμα των κορμών δύο τουλάχιστον ανδρικών μορφών. Η στενή μέση τους τονίζεται ακόμη περισσότερο από τους όγκους των ραδινών σκελών και του κορμού – όσο επιτρέπει να φανεί το βαρύ πολυποίκιλτο ένδυμα (το περίτεχνο ζώμα), που καλύπτει το σώμα και τους μηρούς. Η ποικιλμένη ύφανση του λαμπρού ρούχου ελκύει ακαταμάχητα την προσοχή, ώστε όταν το βλέμμα φτάσει στο γυμνό του σώματος, η εικόνα να έχει πια χαθεί…
Αντίστοιχη, φευγαλέα αναλαμπή, αποκαλύπτει στιγμιαία αυτό που ζητούσε τόσο πολύ η φαντασία: έναν επάνω κορμό, τα χέρια και την κεφαλή ενός άνδρα, με κόκκινο δέρμα. Ευθυτενής κορμός, γυμνασμένα χέρια, όρθια κεφαλή με σηκωμένο πρόσωπο και σίγουρο βλέμμα, πλούσια βοστρυχωτή κόμμωση κατάμαυρων μαλλιών που πέφτουν στην πλάτη, νύχια κατάλευκα που έρχονται σε αντίθεση με το βαθύ άλικο χρώμα του δέρματος∙ ένα μετάλλινο (ασημένιο) κόσμημα στον κρόταφο (περιώτιο), ένα περιβραχιόνιο στο μπράτσο, αλλά και ένα περικάρπιο με στρογγυλή πέτρα στο κέντρο – τα κοσμήματα του ανδρικού αυτού σώματος, παρά τη ρώμη του όγκου και την δυναμικής του ταλάντωσης, για μία ακόμη φορά θαμπώνουν το βλέμμα. Η προσοχή πέφτει στην πέτρα του περικάρπιου με τα κυματιστά νερά – σίγουρα, λοιπόν, μια σφραγίδα από ημιπολύτιμη πέτρα, ενός σημαίνοντος προσώπου, ίσως ενός σημαντικού τεχνίτη σκευών, αν κρίνουμε από το πολύτιμο, ασημένιο και πολυποίκιλτο ραδινό κωνικό σκεύος που μεταφέρει (ένα «ρυτό» όπως το λένε). Όμοια στενότατη μέση, ραδινός επάνω κορμός με εύπλαστη διόγκωση του θώρακα, και δυναμική ανάπτυξη των μυών στα χέρια – μα το πιο εντυπωσιακό της κορμοστασιάς, το τέντωμα της, σα μία χορδή που πάλλεται, αφήνοντας έναν ξεκάθαρο ήχο και έναν αντίστοιχο αντίλαλο μέσα στο βάθος του χρόνου…
Όλα αυτά τα σπαράγματα εικόνων, μέσα από τη βασανιστική χαραμάδα, είναι αρκετά για να γίνει αντιληπτό το πολύβουο και το πολυπληθές της πολυπρόσωπης συνάθροισης σε μια πομπή, που δικαιολογημένα και αβίαστα ονομάστηκε «Μεγάλη Πομπή»… Όλα τα άλλα είναι φαντασία και προσμονή…
Κνωσός: τα σφριγηλά σώματα των πυγμάχων
Σε μία άλλη στενή ρωγμή αναφαίνονται καθαρά τμήματα, άλλων γυμνών σωμάτων… Το φως όμως εδώ είναι κάπως περίεργο, διότι έτσι όπως πέφτει, δημιουργεί σκιές πάνω στο γυμνό σώμα – θα έλεγε κανείς ότι οι σύντονες κινήσεις του σώματος, σε έντονη μυική διεργασία, ακολουθούν τις αντανακλάσεις του φωτός.
Οι μύες του μπράτσου, οι τένοντες του πήχη, αλλά και οι όγκοι του θώρακα, διακρίνονταν μέσα στο ημίφως των σκιών – το παιχνίδισμα του φωτός και των σκιών δημιουργούν την αίσθηση μιας ημιανάγλυφης τοιχογραφίας κινούμενων σωμάτων. Ένας θώρακας με τα χέρια σε στάση ετοιμότητας για την επίθεση με τα άκρα των χεριών σφιγμένα σε γροθιά, και άλλες πολλές φευγαλέες εικόνες τονισμένων από την μυική προσπάθεια μελών του σώματος – τόσο αποσπασματικές στο πέρασμά τους από το οπτικό πεδίο του σύγχρονου θεατή και μέσα από τη διάθλαση του απατηλού χρόνου, δίνουν την εντύπωση μιας πολυπρόσωπης παράστασης πυγμάχων, με τους αντίστοιχους ήχους των βογκητών από τα χτυπήματα…
Από τη στιγμιαία σύλληψή τους, στο άναμμα και το σβήσιμο των εικόνων εντός της ρωγμής, πώς μπλέχτηκε ο εύρωστος θώρακας με τον ενδεδυμένο κάτω κορμό και τον ιδιαίτερα γυμνασμένο μηρό σε μία σύνθεση απροσδόκητη! Στη ίδια εναλλαγή εικόνων και οπτικών ερεθισμάτων, ενεπλάκη και το περίτεχνο, φτερωτό κάλυμμα κεφαλής! Οι οπτικές μνήμες των ανδρικών σωμάτων, ιδιαίτερα ο ετοιμοπόλεμος θώρακας, στολισμένος με το αχνό, αλλά διακριτό, περιδέραιο από κάλυκες λουλουδιών, ο δυνατός μηρός που στέφεται από το βαρύ ένδυμα του περιζώματος, με τις αυλακώσεις που προκαλεί στους μηριαίους μύες το ισχυρό πάτημα, αλλά και το περίτεχνο «στέμμα» με το φτερωτό λοφίο… απέδωσαν μια βασιλική – ιερατική μορφή, στην ηγεμονική της στάση μέσα σε ένα τοπίο με κρίνα, που σβήνει πια αργά-αργά από τη μνήμη;
Ψύρα: γυναίκες στο βραχόκηπο
Στη ρωγμή που ενώνει τη θάλασσα του Αιγαίου με το Λιβυκό (ισθμό της Ιεράπετρας την είπαν), σε θαλασσοφίλητο βράχο, αναδύθηκαν τα θραύσματα γυναικείων σωμάτων μέσα σε ένα ορεινό-βραχώδες τοπίο. Η ποικιλία των αποσπασματικών οπτικών ερεθισμάτων δεν αφήνει αμφιβολία για το πολυπρόσωπο του κοινωνικού γεγονότος: μια καθιστή πάνω σε βράχο και μία όρθια μορφή έρχονται σε κοινωνία… Περίεργο! Και σ’ αυτές τις περιπτώσεις το σώμα είναι απροσδόκητα στολισμένο και καλυμμένο με βαριά, πολυποίκιλτα ενδύματα που το περισφίγγουν, τονίζοντας βασανιστικά, λιγότερο τις προδιαθέσεις της φυσικής διάπλασης του σώματος, και περισσότερο τις κοινωνικές επιταγές ενός γυναικείου σώματος, προβάλλοντας σημασιοδοτήσεις και επιθυμίες της μακρινής εκείνης εποχής…
Ελάχιστα τα γυμνά τμήματα του σώματος. Όσα τμήματα αφήνονται ορατά, όχι απαραίτητα γυμνά εφόσον και αυτά καλύπτονται από ένα διαφανές, μαλακό ύφασμα, στο μάτι ενός προσεκτικού θεατή, διαμορφώνουν το λεκτικό μιας ηδονοθηρικής ανάμνησης. Έτσι ο ποιητής, στον 8ο αι. π.Χ., την αποκαλεί λευκώλενο (κρουσταλοβράχιονη την είπε ο Καζαντζάκης!), περιγράφοντας πιθανόν το μόνο γυμνό τμήμα του γυναικείου χεριού, δηλαδή τον πήχη (ωλένη), εφόσον το μπράτσο, ο πάνω βραχίονας, καλύπτεται από το σφιχτό κοντό μανίκι του περικορμίου∙ καλλίσφυρο την ονομάζει, δηλαδή με λεπτοφυείς και ωραία σχηματισμένους αστραγάλους, γιατί μόνο ο αστράγαλός της και το πέλμα της είναι ορατά κάτω από τη βαριά «ποδήρη εσθήτα» – τη μακριά φούστα που καλύπτει το σώμα της από τη μέση και κάτω∙ καλλίζωνος, μα κυρίως βαθύζωνος παρουσιάζεται πάντα, γιατί είναι ζωσμένη σφιχτά, καθιστώντας τη λεπτότατη μέση της, την κομβική σωματική άρθρωση του πάνω κορμού με το προβαλλόμενο στήθος, και του κάτω κορμού με τους τονισμένους γοφούς… Παρά την απουσία των σχετικών θραυσμάτων, ο ομηρικός ηδυπαθής οδηγός προδίδει αντίστοιχα την ευπλόκαμο κόρη, με την πλούσια βοστρυχωτή κόμμωση… Όμως όλα αυτά τα τμήματα του σώματος, και μάλιστα κυρίως αυτά που δηλώνονται ως «γυμνά», παρουσιάζονται καταστόλιστα. Θα έλεγε κανείς ότι το λευκό δέρμα βουλιάζει κάτω από τον κόσμον, το στολισμό του, προσδίδοντας στο γυναικείο σώμα την κοινωνική του εικόνα και προβολή.
Κνωσός: οι εκκωφαντικοί ψίθυροι των «Κυριών»
Ακόμα και οι κινήσεις των χεριών τους, που φαίνεται να ακολουθούν παγιωμένους τρόπους αποτύπωσης της φιλαρέσκειας και της επίδειξης των κοσμημάτων που καταξιώνουν το ανθρώπινο σώμα, σε παραστάσεις στους τοίχους του κνωσιακού ανακτορικού κτηρίου, που αποσκοπούν ακριβώς στη διαιώνιση των προθέσεων των ενοίκων του, αποκαλύπτουν τη σημασία του «κεκοσμημένου» στην ανακτορική προβολή του ανθρώπινου σώματος, τόσο των θηλυκών όσο και των αρσενικών πλασμάτων, στην άνηβη, στην εφηβική ή και στην ώριμη τους πια ηλικία.
Η τελευταία εικόνα που γίνεται αντιληπτή μέσα από την καταπονητική ρωγμή του χρόνου, είναι τα ξεθωριασμένα θραύσματα των χεριών ομάδας γυναικών με τα μακριά τους δάκτυλα, με το χαρακτηριστικό ηδυπαθές λύγισμά τους στον καρπό, πιθανότατα προς επίδειξη των πλούσιων βραχιολιών τους, σε μία πυκνή ομάδα τους, όπως αυτές που διακρίνονται στις μικρογραφικές τοιχογραφίες του ίδιου ανακτόρου, με το σούσουρο των ασίγαστων ψιθύρων τους, που αντηχούν ακόμη στο χρονικό φάσμα, ανάμεσα στο μετάλλινο κουδούνισμα των βραχιολιών…
Εδώ, στη ρωγμή του χρόνου, στην Αίθουσα ΧΙΙΙ του μουσείου…
την 8η Μαρτίου του σωτήριου έτους 2024.
Δημήτρης Σφακιανάκης
Αρχαιολόγος ΑΜΗ